Υπεροξείδιο του Υδρογόνου 1lt 30% , Hydrogen Peroxide 1lt 30%, Οξυζενέ , Διοξειδάνιο, Οξειδανύλιο, Υπερυδρόλη, Διυδρυπεροξείδιο, Υπερυδροξεικό οξύ, H2O2 , M.W. : 34.0147 , CAS Number : 7722-84-1 . Το υπεροξείδιο του υδρογόνου (αγγλικά hydrogen peroxide), κοινώς γνωστό με τον όρο οξυζενέ, είναι ανόργανη χημική ένωση που περιέχει υδρογόνο και οξυγόνο, με μοριακό τύπο Η2Ο2. Είναι το απλούστερο υπεροξείδιο, δηλαδή χημική ένωση που περιέχει δεσμό O-O, αποκαλούμενο και με τον όρο «υπεροξειδική γέφυρα», καθώς και το δεύτερο οξειδάνιο, μετά από το νερό (Η2Ο). Είναι επίσης ισχυρό οξειδωτικό.
Υπεροξείδιο του Υδρογόνου 1Lt 30%
Άλλες ονομασίες: Οξυζενέ , Διοξειδάνιο, Οξειδανύλιο, Υπερυδρόλη, Διυδρυπεροξείδιο, Υπερυδροξεικό οξύ
Hydrogen Peroxide 1lt 30%
H2O2
M.W. : 34.014 g/mol
CAS Number : 7722-84-1
Το υπεροξείδιο του υδρογόνου (hydrogen peroxide), κοινώς γνωστό με τον όρο οξυζενέ, είναι ανόργανη χημική ένωση που περιέχει υδρογόνο και οξυγόνο, με μοριακό τύπο Η2Ο2. Είναι το απλούστερο υπεροξείδιο, δηλαδή χημική ένωση που περιέχει δεσμό O-O, αποκαλούμενο και με τον όρο «υπεροξειδική γέφυρα», καθώς και το δεύτερο οξειδάνιο, μετά από το νερό (Η2Ο). Είναι επίσης ισχυρό οξειδωτικό. Το χημικά καθαρό υπεροξείδιο του υδρογόνου, στις κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος, δηλαδή σε θερμοκρασία 25 °C και υπό πίεση 1 atm, είναι διαυγές υγρό, λίγο πιο πυκνόρρευστο από το νερό, αλλά για λόγους ασφάλειας συνήθως χρησιμοποιείται με τη μορφή υδατικών του διαλυμάτων, συνηθέστερα σε αραιές συγκεντρώσεις 3-6%.
Φυσικοχημικές Ιδιότητες
Εμφάνιση: υγρό με πολύ ανοικτό κυανό χρώμα (όταν είναι καθαρό και σε μεγάλα στρώματα), άοσμο, με κάπως πικρή γεύση (σε διάλ. 3%).
Μοριακός τύπος: Η2O2
Σχετική μοριακή μάζα: 34,015
Ειδικό βάρος: 1,44 g/cm3 (ως υγρό, στους 25οC), 1,64 g/cm3 (ως στερεό, στους -4,5οC)
Σημείο τήξης: -0,43οC
Σημείο βρασμού*: 150,2οC
Διαλυτότητα: Αναμίξιμο με το νερό σε οποιαδήποτε αναλογία.
Διάσταση: Ασθενέστατο οξύ (pKa = 11,35)
Ιξώδες: 1,245 cP (στους 25οC)
Διπολική ροπή: 2,26 D
Χημικός Τύπος
Ασφάλεια και αποθήκευση
Εύφλεκτο Διαβρωτικό Προκαλεί ερεθισμό στα μάτια και το δέρμα
Διατηρείται σε θερμοκρασία δωματίου
Αναλυτική περιγραφή
Το υπεροξείδιο του υδρογόνου (Η2Ο2) παρασκευάστηκε σχεδόν σε καθαρή κατάσταση το 1818 από τον Γάλλο χημικό Louis Jacques Thénard με αντίδραση υπεροξειδίου του βαρίου (BaO2) με νιτρικό οξύ. Στη συνέχεια ο Thénard βελτίωσε τη μέθοδο αντικαθιστώντας το νιτρικό οξύ με υδροχλωρικό οξύ και τελικά με θειϊκό οξύ.
Ο Thénard διαπίστωσε ότι το Η2Ο2 διασπάται εκλύοντας οξυγόνο και το ονόμασε οξυγονούχο ύδωρ (eau oxygénée). Η ονομασία αυτή (οξυζενέ) χρησιμοποιείται και σήμερα και περιγράφει το αραιό υδατικό του διάλυμα (3%), που διατίθεται ελεύθερα στα φαρμακεία ως ήπιο αντισηπτικό.
Η σύγχρονη μέθοδος παρασκευής του Η2Ο2 σε βιομηχανική κλίμακα βασίζεται σε συνεχείς κύκλους αναγωγής (με υδρογόνωση) αλκυλιωμένου παραγώγου της ανθρακινόνης προς την αντίστοιχη ανθραϋδροκινόνη και οξείδωση της τελευταίας (με το οξυγόνο του αέρα) πάλι προς ανθρακινόνη με σύγχρονη παραγωγή Η2Ο2. Επομένως, οι πρώτες ύλες είναι το υδρογόνο και ο αέρας, αφού η αλκυλιωμένη ανθρακινόνη δρα ως μόριο-διαμεσολαβητής και ουσιαστικά δεν καταναλίσκεται κατά την αντίδραση.
Είχε συχνά περιγραφεί ότι πρόκειται για νερό με ένα περισσότερο άτομο οξυγόνου, αλλά αυτή η περιγραφή δίνει τη λανθασμένη εντύπωση ότι υπάρχει μεγάλη ομοιότητα ανάμεσα στις δυο ενώσεις. Στην πραγματικότητα, όμως, οι δυο ενώσεις διαφέρουν πολύ σημαντικά: το χημικά καθαρό υπεροξείδιο του υδρογόνου εκρήγνυται αν θερμανθεί ως τη θερμοκρασία βρασμού του, προκαλεί σοβαρά εγκαύματα, αν έρθει σε επαφή με το δέρμα και μπορεί να αναφλέξει αρκετά υλικά, αν έρθει σε απλή επαφή μαζί τους. Η χημεία του κυριαρχείται από την αστάθεια της υπεροξειδικής του γέφυρας.
Σε αραιό διάλυμα, φαίνεται άχρωμο. Εξαιτίας των οξειδωτικών του ιδιοτήτων, το υπεροξείδιο του υδρογόνου χρησιμοποιείται συχνά ως ένα λευκαντικό ή απολυμαντικό μέσο. Η οξειδωτική του δυναμικότητα είναι τόσο ισχυρή ώστε θεωρείται πολύ δραστικό οξυγονωτικό χημικό είδος. Γι’ αυτό το λόγο το «πυκνό υπεροξείδιο του υδρογόνου» (high-test peroxide) χρησιμοποιήθηκε ως ένα οξειδωτικό (μεταξύ άλλων) για πυραύλους[3]. Πολλοί ζωντανοί οργανισμοί παράγουν φυσιολογικά υπεροξείδιο του υδρογόνου, ως ένα παραπροϊόν του οξειδωτικού μεταβολισμού τους. Σχεδόν όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί (ειδικότερα, όλοι όσοι είναι προαιρετικά ή και υποχρεωτικά αερόβιοι), διαθέτουν το ένζυμο καταλάση (ή και άλλες υπεροξειδάσες), που ακίνδυνα και καταλυτικά διασπούν χαμηλές συγκεντρώσεις υπεροξειδίου του υδρογόνου σε νερό και οξυγόνο: