Βρωμιούχο Κάλιο 250g
Βρωμιούχο Κάλιο 99% 250g
Στερεό
Το βρωμιούχο κάλιο (αγγλικά: potassium bromide) είναι η ανόργανη ένωση με εμπειρικό τύπο KBr. Είναι το άλας που προκύπτει από την εξουδετέρωση του υδροβρωμικού οξέος (HBr) από το υδροξείδιο του καλίου (KOH). Χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα ως αντισπασμωδικό και ως ηρεμιστικό, από τα τέλη του 19ου αιώνα. Η χρήση του επεκτάθηκε το 1975 στις ΗΠΑ. Για την ίδια εφαρμογή χρησιμοποιήθηκε και το βρωμιούχο νάτριο (NaBr). Φαίνεται ότι πίσω από τις ιδιότητες αυτές βρίσκονται γενικότερα τα βρωμιούχα ανιόντα (Br–). Το βρωμιούχο κάλιο χρησιμοποιείται (από την κτηνιατρική) ως αντιεπιληπτικό φάρμακο για σκύλους και γάτες.
Υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος, το βρωμιούχο κάλιο είναι μία λευκή, κρυσταλλική στερεή υδατοδιαλυτή σκόνη. Είναι αδιάλυτο στο αιθανονιτρίλιο (MeCN). Το βρωμιούχο κάλιο, σε αραιά υδατικά του διαλύματα έχει γλυκιά γεύση, που γίνεται πικρή σε υψηλότερες συγκεντρώσεις και τελικά αλμυρή, σε ακόμη υψηλότερες συγκεντρώσεις. Αυτά τα φαινόμενα οφείλονται κυρίως στις ιδιότητες του καλίου, αφού το βρωμιούχο νάτριο έχει αλμυρή γεύση σε κάθε συγκέντρωση. Σε υψηλή συγκέντρωση, το βρωμιούχο κάλιο ερεθίζει έντονα τη γαστρική βλεννογόνο μεμβράνη, προκαλώντας ναυτία και μερικές φορές έμετο. (αυτό είναι κοινό για όλα τα άλατα του καλίου).
Φυσικοχημικές Ιδιότητες για Βρωμιούχο Κάλιο
Σημείο τήξης | 734 °C |
Σημείο βρασμού | 1.435 °C |
Πυκνότητα | 2.740 kg/m³ |
Διαλυτότητα στο νερό | 535 kg/m³ (0 °C) 678 kg/m³ (25 °C) 1.020 kg/m³ (100 °C) |
Διαλυτότητα σε άλλους διαλύτες | 217 kg/m³ γλυκερίνη 47.6 kg/m³ (80 °C, EtOH) Πολύ ελάχιστα διαλυτό στο Et2O |
Δείκτης διάθλασης , nD | 1,559 |
Εμφάνιση | Λευκό στερεό |
Χημική Δομή
Ασφάλεια και αποθήκευση για Βρωμιούχο Κάλιο
Επικίνδυνο για την υγεία Προκαλεί ερεθισμό στα μάτια και στο δέρμα
Διατηρείται σε θερμοκρασία δωματίου
Αναλυτική περιγραφή
Το βρωμιούχο κάλιο είναι τυπικό ιονικό άλας, που διίσταται πλήρως σε υδατικά διαλύματα με pH κοντά στο 7. Αυτή η αντίδραση είναι σημαντική για την παραγωγή βρωμιούχου αργύρου (AgBr), που χρησιμοποιείται, με τη σειρά του, για την παραγωγή φωτογραφικού φιλμ.
Τα υδατικά διαλύματα ανιόντων βρωμίου σχηματίζουν σύμπλοκα όταν αντιδρά με ορισμένα αλογονίδια μετάλλων, όπως για παράδειγμα με το διβρωμιούχο χαλκό (CuBr2):
Ιατρική και Κτηνιατρική για Βρωμιούχο Κάλιο
Οι αντισπασμωδικές ιδιότητες του βρωμιούχου καλίου είχαν σημειωθεί από τον Σερ Τσαρλς Λόκοκ (Sir Charles Locock) σε μια συνεδρίαση της Βασιλικής Ιατρικής και της Χειρουργικής Κοινότητας, το 1857. Το βρωμιούχο κάλιο μπορεί να θεωρηθεί ως το πρώτο αποτελεσματικό φάρμακο για την επιληψία. Ο Σερ Λόκοκ σημείωσε ότι τα βρωμιούχα ανιόντα ηρεμούσαν τη σεξουαλική διέγερση και νόμιζε πως έτσι ήταν υπεύθυνα για την επιτυχία τους στη θεραπεία των επιληπτικών κρίσεων.
Μεταγενέστερα, όμως, στα τέλη του 19ου αιώνα, το βρωμιούχο κάλιο χρησιμοποιήθηκε για να ηρεμεί τις κρίσεις σε νευρικές διαταραχές και μάλιστα σε τεράστια κλίμακα, με τη συνολική χρήση του μόνο από νοσοκομεία να ανέρχεται σε αρκετούς τόνους ετησίως, αν και η δόση ανά ασθενή ανέρχονταν σε λίγα γραμμάρια την ημέρα. Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, σε ολόκληρο τον κόσμο τα βρωμιούχα είχαν τόσο πλατιά συσχετιστεί με αυτήν τους τη χρήση, ώστε η αναφορά τους μπορούσε να σημαίνει (μεταφορικά) ένα θαμπό, ήρεμο πρόσωπο, ή μια βαρετή φρόνηση που έλεγε ένα τέτοιο πρόσωπο.
Βρωμιούχο Κάλιο
Δεν υπήρξε καλύτερο φάρμακο για την επιληψία μέχρι την ανακάλυψη της φαινοβαρβιτάλης, το 1912. Ο Βρετανικός στρατός υποστηρίχθηκε ιστορικά ότι πρόσθετε βρωμιούχα στο τσάι των στρατιωτών του για να ελαττώνει τις σεξουαλικές ορέξεις τους, αν και αυτό είναι πιθανώς ψευδές, γιατί κάτι τέτοιο θα ελάττωνε και την εγρήγορσή τους κατά τη μάχη. Παρόμοιες ιστορίες υπάρχουν και για έναν αριθμό άλλων ουσιών.
Οι βρωμιούχες ενώσεις, ειδικότερα το βρωμιούχο νάτριο (NaBr), παρέμειναν σε χρήση ως καταπραϋντικά, ηρεμιστικά και αντικεφαλαλγιακά στις ΗΠΑ ως το 1975, οπότε τα βρωμιούχα κηρύχθηκαν παράνομα παγκοσμίως από την ιατρική κοινότητα, εξαιτίας της χρόνιας τοξικότητάς τους. Η εκτεταμένη ημιζωή των βρωμιούχων στο σώμα καθιστά δύσκολο να υπολογιστεί (ασφαλής) δόση για τη χρήση τους, χωρίς παρενέργειες. Η ιατρική χρήση των βρωμιούχων (τουλάχιστον) στις ΗΠΑ διακόπηκε (ως το 1975), καθώς ως τότε έγιναν πλέον γνωστά πολύ καλύτερα και συντομότερης δραστικότητας θεραπευτικά.
Βρωμιούχο Κάλιο
Το βρωμιούχο κάλιο χρησιμοποιήθηκε από την κτηνιατρική ως θεραπεία της επιληψίας σε σκύλους, είτε ως θεραπεία πρώτης γραμμής είτε σε συνδυασμό με τη φαινοβαρβιτάλη, όταν αντιμετωπίζεται ανεπαρκής έλεγχος της πάθησης με τη λήψη μόνο της φαινοβαρβιτάλης. Η χρήση των βρωμιούχων στις γάτες είναι περιορισμένη, γιατί προκαλεί επιπρόσθετο κίνδυνο για πνευμονίτιδα σε αυτές. Επίσης ως θεραπευτικό φάρμακο σε ζώα σημαίνει ότι τα κτηνιατρικά ιατρικά διαγνωστικά εργαστήρια έχουν τη δυνατότητα να μετρήσουν τα επίπεδα των βρωμιούχων ιόντων στον ορό, σύμφωνα με την εντολή ενός κτηνιάτρου, ενώ τα ιατρικά εργαστήρια ιατρικών διαγνωστικών στις ΗΠΑ δεν μετρούν τα βρωμιούχα ανιόντα ως δοκιμή ρουτίνας.
Η χρήση βρωμιούχου καλίου δεν έχει εγκριθεί για έλεγχο των κρίσεων σε ανθρώπους από τη Διοίκηση Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA). Στη Γερμανία είναι ακόμη εγκεκριμένη η χρήση του ως αντιεπιληπτικό φάρμακο για ανθρώπους, ιδιαίτερα για παιδιά και εφήβους. Οι ενδείξεις χρήσης τους συμπεριλαμβάνουν σοβαρές μορφές γενικευμένων τονικών-κλονικών σπασμών, σχετιζόμενες με κρίσεις Grand-Mal στην πρώιμη παιδική ηλικία, αλλά επίσης σε σοβαρές μυοκλονικούς σπασμούς κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Ενήλικες που αντέδρασαν θετικά στο φάρμακο κατά τη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας και της περιόδου ενηλικίωσής τους, μπορούν να συνεχίσουν τη χρήση του.
Το φάρμακο έχει σχεδόν πλήρη βιοδιαθεσιμότητα, αλλά τα βρωμιούχα ανιόντα έχουν σχετικά μακρά ημιζωή 12 ημερών στο αίμα, καθιστώντας δύσκολη την προσαρμογή της δόσης τους. Τα βρωμιούχα ανιόντα δεν είναι γνωστό αν παρεμβαίνει στην απορρόφηση ή την απέκκριση οποιουδήποτε άλλου αντισπασμωδικού, αν και έχει ισχυρές αλληλεπιδράσεις με τα χλωριούχα ανιόντα (Cl–) στο σώμα, η κανονική πρόσληψη και έκκριση του σώματος επηρεάζει έντονα την απέκκριση των βρωμιούχων ανιόντων.