α-Αμυλάση 100g
α-Αμυλάση 100g σκόνη
από aspergillus oryzae
Με τον όρο αμυλάση περιγράφεται το ένζυμο που μπορεί να αποικοδομεί το άμυλο σε υδατάνθρακες με μικρότερο μήκος αλυσίδας. Η διάσπαση του αμύλου από τις αμυλάσες γίνεται με υδρόλυση των γλυκοζιτικών δεσμών, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολυσακχαρίτες, ολιγοσακχαρίτες, δισακχαρίτες και τελικά γλυκόζη.
Η αμυλάση είναι ένα ένζυμο που βρίσκεται σε αρκετά όργανα του σώματος από τα οποία τα κυριότερα είναι οι σιελογόνοι αδένες, τα νεφρά και τα όργανα του πεπτικού συστήματος. Αιτίες υψηλής αμυλάσης στο πλάσμα είναι η οξεία παγκρεατίτιδα, η κατανάλωση αλκοόλ, η χολοκυστίτιδα, η νόσος της χοληδόχου κύστης, η εντερική απόφραξη, η απόφραξη παγκρεατικού πόρου καθώς και ο καρκίνος, όπως για παράδειγμα ο καρκίνος του παγκρέατος. Οι φυσιολογικές τιμές της αμυλάσης στο αίμα είναι 60-120 U/ml
Στον ανθρώπινο οργανισμό υπάρχουν δύο αμυλάσες, μία στο σάλιο (γνωστή και ως «πτυαλίνη») και μία στο παγκρεατικό υγρό. Η αμυλάση του σάλιου έχει ως σκοπό να ξεκινήσει τη διαδικασία διάσπασης του αμύλου σε απλούστερα σάκχαρα (κυρίως δεξτρίνες και μαλτόζη) σχεδόν ταυτόχρονα με τη λήψη της τροφής. Έτσι, κατά τη διάρκεια της μάσησης και της ανάμιξης της τροφής με το σάλιο ξεκινά ήδη η πέψη των αμυλούχων τροφών. Η διαδικασία αποικοδόμησης συνεχίζεται και ολοκληρώνεται στο λεπτό έντερο, με το μίγμα ενζύμων και ηλεκτρολυτών που εκκρίνεται από το πάγκρεας.
Φυσικοχημικές Ιδιότητες
ένζυμο
Χημική Δομή
Αναλυτική περιγραφή
Η α-αμυλάση έχει ανάγκη την παρουσία ασβεστίου για να δράσει. Διασπά ταχύτατα τις αλυσίδες του αμύλου σε τυχαία σημεία υδρολύοντας τους α-1,4 γλυκοζιτικούς δεσμούς. Το άμυλο μετατρέπεται τελικά σε ένα μίγμα μαλτοτριόζης, μαλτόζης και γλυκόζης.Υπάρχουν δυο είδη της α-αμυλάσης στον ανθρώπινο οργανισμό, η παγκρεατική αμυλάση και η αμυλάση των σιελογόνων αδένων, οι οποίες είναι ισοένζυμα. Όλα τα είδη θηλαστικών παράγουν αμυλάση στο πάγκρεας, αλλά μόνο κάποια από αυτά, όπως τα πρωτεύοντα θηλαστικά και τα τρωκτικά, παράγουν και αμυλάση των σιελογόνων αδένων. Στους ανθρώπους, η α-αμυλάση κωδικοποιείται από μια περιοχή που βρίσκεται στο χρωμόσωμα 1. Οι αμυλάσες του σάλιου και του παγκρεατικού υγρού είναι και οι δύο α-αμυλάσες.
Και η παγκρεατική αλλά και η αμυλάση των σιελογόνων αδένων έχουν παρόμοιες λειτουργίες. Και τα δυο ένζυμα ενεργοποιούνται σε ένα ελαφρώς όξινο pH και μπορούν να διασπάσουν το άμυλο πολύ γρήγορα, καθώς έχουν την ικανότητα να προσδένονται σε οποιοδήποτε μέρος του υποστρώματος. Στους ανθρώπους η πέψη του αμύλου γίνεται σε δύο διαφορετικά ξεχωριστά στάδια. Αρχικά, η σιελική αμυλάση προκαλεί μερική διάσπαση στα πολυμερή αμύλου. Στη συνέχεια, όταν το μίγμα φτάσει στο λεπτό έντερο, τότε υδρολύεται εκτενώς σε μικρότερα κομμάτια ολιγοσακχαριτών, όπως η γλυκόζη. Η διαφορά της λειτουργίας των αμυλάσων μπορεί να οφείλεται στη διαφορετική θέση ενεργοποίησης των δυο ενζύμων.
Η αμυλάση του πλάσματος προέρχεται κυρίως από το πάγκρεας (P – ισοαμυλάση) και τους σιελογόνους αδένες (S – ισοαμυλάση). Η αμυλάση προσδιορίζεται στα ούρα και στο αίμα για τη διάγνωση της οξείας παγκρεατίτιδας. Για τη διάγνωση αυτής της ασθένειας προτιμάται η μέτρηση της δραστικότητας της P-ισοαμυλάσης του πλάσματος, αν και αρκετά αξιόπιστη κρίνεται και η μέτρηση της ολικής αμυλάσης. Η δραστικότητα της αμυλάσης του πλάσματος σε τιμές δεκαπλάσιες της φυσιολογικής τιμής, αποδεικνύει την εμφάνιση της οξείας παγκρεατίτιδας. Πολύ υψηλές τιμές που ξεπερνούν πέντε φορές την ανώτερη τιμή του εύρους αναφοράς, παρουσιάζονται στο 50% των περιπτώσεων, όπως στις μεσεντερικές αποφράξεις, στις ασθένειες οξείας απόφραξης της χολικής οδού, αλλά και στην οξεία παρωτίτιδα. Μικρότερες και πιο σπάνειες αυξήσεις μπορούν να εμφανιστούν σχεδόν σε κάθε οξεία κοιλιακή κατάσταση ή μετά από ένεση μορφίνης και άλλων φαρμάκων που προκαλούν σπασμούς στο σφιγκτήρα του Oddi. Η αμυλάση στον ορό αρχίζει να αυξάνεται 2-12 ώρες από την έναρξη της φλεγμονής και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να παραμείνει αυξημένη για 3-5 μέρες. Ο χρόνος ημίσειας ζωής της αμυλάσης είναι 130 λεπτά και το 24% αυτής αποβάλλεται ακέραιο από τους νεφρούς, ενώ το άλλο καθαιρείται μέσω ενός εξωνεφρικού μηχανισμού. H αμυλάση μπορεί να μετρηθεί σε πρωινά ούρα ή ούρα τυχαίας συλλογής. Τα ούρα μπορούν να συντηρηθούν για 2 ημέρες σε θερμοκρασία δωματίου, για 7 ημέρες σε ψύξη και για ένα μήνα σε κατάψυξη (- 20ο C).