Βουτυρικό οξύ 99% 500mL
Βουτυρικό οξύ 99% 500mL
Το βουτανικό οξύ ή βουτυρικό οξύ (αγγλικά butanoic acid ή butyric acid) είναι οργανική χημική ένωση με μοριακό τύπο C4H8O2, αν και συνηθέστερα παριστάνεται με τον ημισυντακτικό τύπο CH3CH2CH2COOH. Η εμπειρική ονομασία («βουτυρικό οξύ») προέρχεται από την ελληνική λέξη «βούτυρο». Για την αγγλόφωνη συστηματική ονομασία χρησιμοποιήθηκε η συντομογραφία BTA (από το ΒuΤanoic Acid). Πιο συγκεκριμένα, το βουτανικό οξύ είναι ένα καρβοξυλικό οξύ. Άλατα, εστέρες και άλλα παράγωγα του βουτανικού οξέος χρησιμοποιούν το επίθετο «βουτανικός» για την παραγωγή της συστηματικής ονομασίας τους. Το βουτανικό οξύ έχει βρεθεί στο γάλα, ιδιαίτερα στο κατσικίσιο, στο πρόβειο και στο βουβαλίσιο. Έχει βρεθεί ακόμη στο βούτυρο, στην παρμεζάνα, στο γαστρικό υγρό και, ως ένα προϊόν της αναερόβιας ζύμωσης, στα κόπρανα και στον ιδρώτα. Έχει δυσάρεστη οσμή και ξυνή γεύση, που αφήνει όμως μια γλυκύτητα ως μεταγεύση. Μπορεί να ανιχνευθεί από τα θηλαστικά που έχουν καλή όσφρηση (όπως για παράδειγμα ο σκύλος) από τη συγκέντρωση των 10 ppb, ενώ οι άνθρωποι μπορούν να το ανιχνεύσουν σε συγκεντρώσεις πάνω από 10 ppm.
Το βουτανικό οξύ είναι παρόν στον ανθρώπινο εμετό, και προκαλεί το κύριο μέρος της χαρακτηριστικής του οσμής.
Το Βουτυρικό οξύ παρατηρήθηκε για πρώτη φορά (σε μη καθαρή μορφή) το 1814 από τον Γάλλο χημικό Μισέλ Εζέν Σεβρέλ (Michel Eugène Chevreul). Ως το 1818 το είχε καθαρίσει και επιτυχημένα χαρακτηρίσει.
Το βουτανικό οξύ είναι ένα λιπαρό οξύ. Εστέρες του βρίσκονται τόσο σε ζωικά λίπη, όσο και σε φυτικά έλαια. Το τριγλυκερίδιο του βουτανικού οξέος (δηλαδή ο τριεστέρας του βουτανικού οξέος με γλυκερίνη) περιέχεται σε ποσοστό 3%-4% στο βούτυρο. Όταν χαλάσει το βούτυρο, το βουτανικό οξύ ελευθερώνεται (με υδρόλυση) από το τριγλυκερίδιό του, δίνοντας τη χαρακτηριστική δυσάρεστη οσμή του χαλασμένου βουτύρου. Είναι ένα σημαντικό μέλος της υποομάδας των «μικρής αλυσίδας λιπαρών οξέων», το πρώτο μέλος της οποίας είναι το προπανικό οξύ. Είναι ένα ελαιώδες υγρό που διαλύεται εύκολα στο νερό (H2O), στην αιθανόλη (EtOH) και στον διαιθυλαιθέρα (Et2O). Μπορεί να διαχωριστεί από ένα υδατικό διάλυμά του με χρήση χλωριούχου ασβεστίου (CaCl2), οπότε καταβυθίζεται το δυσδυάλυτο βουτανικό ασβέστιο [(PrCOO)2Ca]:
Μάλιστα, το βουτανικό ασβέστιο έχει την παράξενη ιδιότητα να είναι λιγότερο διαλυτό στο ζεστό νερό απ’ ό,τι στο ψυχρότερο.
Φυσικοχημικές Ιδιότητες
Μοριακός Τύπος: C3H7COOH
Μοριακό βάρος: 88.106 g·mol−1
Εμφάνιση/οσμή: άχρωμο υγρό/ Δυσάρεστη οσμή
Σημείο ζέσης: 163.75 °C
Σημείο τήξης: −5.1 °C
Πυκνότητα: 1.135 g/cm3
Χημικός Τύπος
Ασφάλεια και αποθήκευση
Διαβρωτικό
Αναλυτική περιγραφή
Βουτανική ζύμωση
Τα βουτανικά ανιόντα παράγονται ως τελικό προϊόν μιας διεργασίας ζύμωσης που πραγματοποιείται υποχρεωτικά από αναερόβια βακτήρια. Το φύραμα Kombucha περιλαμβάνει και το ίδιο το βουτανικό οξύ ως αποτέλεσμα της ζύμωσης που προκαλεί. Αυτή η μεταβολική οδός ανακαλύφθηκε από τον Λουί Παστέρ, το 1861. Παραδείγματα ειδών βακτηρίων που παράγουν βουτανικό οξύ, βουτανικό οξύ ή κάποιο βουτανικό εστέρα, είναι τα ακόλουθα:
- Clostridium acetobutylicum.
- Clostridium butyricum.
- Clostridium kluyveri.
- Clostridium pasteurianum.
- Fusobacterium nucleatum.
- Butyrivibrio fibrisolvens.
- Eubacterium limosum.
Η συνολική αντίδραση είναι:
Χρήσεις για Βουτανικό Οξύ
Το βουτανικό οξύ χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή ποικίλλων εστέρων του. Οι χαμηλής μοριακής μάζας εστέρες του βουτανικού οξέος, όπως ο βουτανικός μεθυλεστέρσς (PrCOOMe), έχουν πολύ ευχάριστες οσμές και γεύσεις και συνεπώς έχουν εφαρμογές ως προσθετικά τροφίμων και αρωμάτων.
Το ίδιο το βουτανικό οξύ, εξαιτίας της έντονης οσμής του, χρησιμοποιήθηκε επίσης ως προσθετικό για δολώματα ψαρέματος. Ωστόσο, δεν είναι ξεκάθαρο αν τα ψάρια έλκονται από το ίδιο το βουτανικό οξύ ή από πρόσθετες ουσίες που, ως προσμείξεις, υπάρχουν στα παρασκευάσματα που το περιέχουν.
Τέλος έχει χρησιμοποιηθεί, από πληρώματα Ιαπωνικών φαλαινοθηρικών, για την απώθηση αντιφαλαινοθηρικών διαδηλωτών, προκαλώντας τους ναυτία. Ομοίως και από αντιαμβλωτικούς διαδηλωτές για την παρενόχληση κλινικών που τις καταλαμβάνουν.